`Γνώριζα όλους τους συμμαθητές μου με τα ονόματά τους. . . εκτός από έναν. Τον καινούργιο. . . Καθόταν άγαρμπα στο πίσω θρανίο, με τα ψυχρά μάτια του στυλωμένα μπροστά. . . Τα μαύρα μάτια του με διαπέρασαν κι οι γωνίες των χειλιών του ανασηκώθηκαν. Η καρδιά μου σπαρτάρισε και, σ` εκείνη την παύση, μια αίσθηση ζοφερού σκότους φάνηκε να περνά φευγαλέα από πάνω μου, σαν σκιά. Χάθηκε μέσα σε μια στιγμή, μα εγώ συνέχισα να τον κοιτάζω. Το χαμόγελό του δεν ήταν φιλικό. Ήταν χαμόγελο που προμήνυε μπελάδες. Πολλά υποσχόμενους`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]