Η έννοια της αλήθειας σημαίνει κυρίως επαλήθευση. Η απαρχή και κίνηση της σκέψης ξεκινά με το ερώτημα της αλήθευσης αυτού που είναι σε ένα χώρο που το υπερβαίνει, σε έναν εξωοντολογικό ορίζοντα ανυπαρξίας και ριζικής ερώτησής του. Μήπως πλέον η αλήθεια δεν προέρχεται και δεν επιστρέφει σε αυτό που είναι, δεν αποτελεί επαλήθευσή του, παρά αντίθετα εκπηγάζει από αυτόν τον ευρύτερο εξωοντολογικό ορίζοντα ριζικής ερώτησης και έλλειψης της αλήθειας; (. . .) Μήπως η αλήθεια μπορεί να είναι μόνο ως διαυγής και εκπηγάζουσα, εκεί και από εκεί όπου ερωτάται και ελλείπει χωρίς να έχει οντολογική-υπαρκτή ή κριτηριολογική επαληθευόμενη προϋπόθεση;
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]