«Την άνοιξη του 1991 συνέδεσα μέσα μου για πρώτη φορά την Κρήτη με τα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας. (...) Με τον καιρό το πράγμα ζυμώθηκε μέσα μου και έλαβε πιο ευρείες διαστάσεις: Αφενός η έρευνα επεκτάθηκε όχι μόνο στα προϊόντα της ελληνιστικής και ύστερης ποιητικής λογιοσύνης που μας παραδόθηκαν χειρογράφως, αλλά και στις έμμετρες επιγραφές που χαράχθηκαν στην πέτρα. Αφετέρου, ενώ η εργασία ξεκίνησε ως μια καταγραφή και ερμηνεία της παρουσίας των Κρητών στην επιγραμματική ποίηση, εστράφη και σε μια γενικότερη δοκιμαστική θεώρηση του πώς εργάζεται λογοτεχνικά ένας επιγραμματοποιός: πόθεν εμπνέεται και πώς επηρεάζεται από τους ομότεχνούς του». (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]