`ΜΗΤΕΡΑ`:
Αμίλητη η μητέρα καθόταν στην αυλή
πλέκοντας τη ζωή της παπαρούνες
στάχυα και τριαντάφυλλα
μα πιο πολύ ζωγράφιζε με τις κλωστές
αδύνατα πουλιά με ανοιχτές φτερούγες
και πάνω τους ο ήλιος με τις αχτίνες του
τα χαιρετούσε,
χαμόγελο φωλιάς είτε του ύπνου ανάσα
δε φάνηκε στη ζωγραφιά της
εξόν στις ανθοδέσμες του θανάτου της.
Ήχοι μ` ακολουθούν απ` το δοξάρι του αργαλειού
μέσα στη νύχτα
και στα λευκά σεντόνια που ύφαινε
διαβάζω διαδρομές
ονόματα σταθμών στην ούγια τους τα γεγονότα.