Η Eva Jantzen έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1936, νεαρή απόφοιτος του πανεπιστημίου, συνοδεύοντας τον αρχαιολόγο άντρα της Ulf Jantzen. Έρχεται στην Ελλάδα «προετοιμασμένη», όπως προετοιμάζονταν οι περιηγητές του πρoπερασμένου αιώνα, έχοντας δηλαδή διαβάσει αρχαίους συγγραφείς και μη έχοντας ιδέα για τη νέα Ελλάδα, καθώς ούτε για το τι τους περιμένει εδώ πέρα. Από τη στιγμή της αναχώρησής της από τη Θουριγγία της Ανατολικής Γερμανίας κρατάει ημερολόγιο, όπου καταγράφει με κάθε ειλικρίνεια και χωρίς αναστολές όχι μόνο τα γεγονότα και τα συμβάντα της ημέρας, αλλά και τα συναισθήματα που της δημιουργούνται, τις εκπλήξεις που αντιμετωπίζει, θετικές και αρνητικές, και προπαντός τις συναντήσεις της με ανθρώπους: Έλληνες όλων των κοινωνικών τάξεων, χωρικούς, μεροκαματιάρηδες, εργάτες των ανασκαφών, εμποράκους, πρωτευουσιάνους, σωστούς ή κατά φαντασίαν διανοούμενους, νεόπλουτους, αλλά και συναδέλφους αρχαιολόγους ή και -σπανιότερα- τυχαίους συνταξιδιώτες.