Από μικρή η Νανά, είχε πιάσει για τα καλά το νόημα της ζωής. Ήξερε πως αυτό που έκρυβε μέσα στα σκέλια της ήτανε όλη της η περιουσία, το μεγάλο της όπλο που μέχρι στιγμής την είχε βοηθήσει να ζει ανέμελα, χωρίς πολύ δουλειά, σαν πριγκιποπούλα. Έτσι λοιπόν πάντα το φρόντιζε. (. . .) Θύματα όλα τα αρσενικά απ` τον περίγυρό της. Από τους καθηγητές της στο Λύκειο, μέχρι τους μέχρι τότε εργοδότες της. Όταν όμως τους έπιανε η καψούρα και αρχινάγανε να μιλάνε για δεσμεύσεις και γάμους, η Νανά το έστριβε διακριτικά. Πάντα όμως άφηνε τις πόρτες ανοιχτές. Ήθελε να τους έχει καβάτζα για τις δύσκολες τις μέρες όταν για παράδειγμα ξέμενε από φράγκα και περιπέτεια. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]