«Σου δίνω αυτό που είμαι κι αυτό που υποψιάζομαι πως είμαι στην υπερβολή. Ακραία παρουσιάζομαι και ιδιοτελής... Σου δίνω όλο το περίγραμμα αυτού που εγώ ονομάζω ευθυκρισία...
Εσύ όμως είσαι μαλακός όσο ποτέ, τρυφερός σαν το μωρό και απαλός σαν το γάλα... Είσαι ό,τι είδα στις εικόνες που έπλασα για σένα μες στο δάσος - ωραίος κι ευάλωτος όσο ποτέ. Γι` αυτό εσύ πρώτος, να μιλήσεις».
Η απουσία του Μάνου οδηγεί τη Μαίρη στο κέντρο του δάσους. Η συνείδηση πλάθει το δικό της μύθο: ο χρόνος διαστρεβλώνεται, το ορατό αλλοιώνεται, το σώμα βασανίζεται παρατείνοντας την αγωνία ενός πιθανού τέλους. Μέχρι την επιστροφή...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]