Στις αρχές του εικοστού αιώνα, ένας σημαίνων κριτικός τέχνης ταξιδεύει από το Λονδίνο στο μακρινό αγροτικό νησί Ουάτ, στα βορειοδυτικά παράλια της Γαλλίας, με σκοπό να τον ζωγραφίσει ένας παλιός φίλος, ένας προικισμένος αλλά βασανισμένος καλλιτέχνης, που ζει αυτοεξόριστος. Ενόσω ποζάρει για τον πίνακα, ο ζωγράφος θυμάται τα χρόνια της φιλίας τους, τον διφορούμενο ρόλο του τεχνοκρίτη ως πάτρωνα, τη δύναμη που ασκούσε στους επίδοξους καλλιτέχνες, αλλά και την εμφανή σκληρότητά του, όταν ευνοούσε την καριέρα ορισμένων και κατέστρεφε τη ζωή κάποιων άλλων. Η ισορροπία της δύναμης ανάμεσα στους δυο άντρες μετατοπίζεται θεαματικά, καθώς ο τεχνοκρίτης μετατρέπεται σε παθητικό υποκείμενο και ο ζωγράφος αγωνίζεται να αποδώσει στον καμβά τόσο τη μορφή όσο και τη βαθύτερή του προσωπικότητα. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]