Το επικό «νουάρ» μυθιστόρημα του Τζέημς Ελλρόυ ``Το Μεγάλο Πουθενά`` (1988) αρχίζει τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς του 1950, στο Λος Άντζελες: Η Πόλη των Αγγέλων έχει μετατραπεί σε πόλη του Αγγέλου του Σκότους. Στο χάραμα της δεκαετίας του `50, βίαιοι και αρρωστημένοι φόνοι και το κυνήγι των αριστερών και των κομμουνιστικών επιρροών στον κόσμο του Χόλλυγουντ τρομοκρατούν την κοινότητα. Τρεις άνδρες στροβιλίζονται στη δίνη της βίας και της απογοήτευσης όταν οι ζωές τους βρίσκονται αξεδιάλυτα συνδεδεμένες, καθώς ο καθένας αντιμετωπίζει το προσωπικό του σκοτάδι. Ο νιόβγαλτος αστυφύλακας Ντάννυ Άπσω ερευνά μια σειρά πρωτόφαντων σεξουαλικών φόνων με ακρωτηριασμούς και κακοποιήσεις. Ο αστυνόμος του Εγκληματολογικού Μαλ Κόνσινταιν δέχεται να συμμετάσχει στα φιλόδοξα σχέδια ενός ανερχόμενου εισαγγελέα για την κατασκευή του φακέλου με την κομμουνιστική επιρροή στο Χόλλυγουντ. Ο Μπαζ Μηκς, μπράβος για όλες τις δουλειές, πρώην μπάτσος στη δίωξη ναρκωτικών, προμηθευτής κοριτσιών στο Χάουαρντ Χιούζ και συνεργάτης του αρχιεγκληματία Μίκυ Κοέν, μπλέκεται κι αυτός στην πόλη κατά της «κόκκινης απειλής», για το χρήμα και την εξουσία. Χωρίς να το ξέρουν, οι τρεις άνδρες έχουν αγοράσει ένα εισιτήριο για την κόλαση.
Το Μεγάλο Πουθενά, το δεύτερο ανεξάρτητο μέρος του `τετράπτυχου του Λος Άντζελες`, μετά τη Μαύρη Ντάλια, θεωρείται από τα βαθύτερα και ανησυχητικότερα έργα του Τζέημς Ελλρόυ.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]