Ήμουν γύρω στα δεκατέσσερα, όταν ξύπνησαν οι πρώτες μου αμφιβολίες γύρω από τη θρησκεία, που μας περιέβαλλε τόσο ασφυκτικά. Η απαρχή των αμφιβολιών μου ήταν το κατά πόσο υπάρχει η κόλαση και κυρίως η τελική κρίση, μια σκηνή που μου ήταν αδύνατο να συλλάβω. Μου ήταν αδύνατο να φανταστώ όλους τους νεκρούς, άντρες και γυναίκες, όλων των εποχών και των χωρών, να σηκώνονται ξαφνικά από τα έγκατα της γης για την τελική ανάσταση, όπως στους πίνακες του Μεσαίωνα. Μου φαινόταν παράλογο, αδύνατο. Αναρωτιόμουν: που θα ήταν στοιβαγμένα όλα αυτά τα δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων σώματα; Κι ακόμη: αν υπάρχει τελική κρίση, τι χρειάζεται τότε η άλλη κρίση, αυτή που ακολουθεί αμέσως μετά το θάνατο και που υποτίθεται ότι είναι οριστική και αμετάκλητη; (Λουίς Μπουνιουέλ, `Η τελευταία πνοή`)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]