Ο Αφεντάκης Πρωτόγερος είναι ο αδιαμφισβήτητος κρασοβασιλιάς, ο υμνητής της ρετσίνας. Αδηφάγος της ηδονής, ανοίγει το κονάκι του σε συμπόσια και άκρατες, μέχρι τελικής πτώσεως, κρασοκατανύξεις. Για να σβήνει την ακόρεστη ηδονική του δίψα μετατρέπει το αρχοντικό του σ` ένα ιδιότυπο χαρέμι, όπου τριγυρίζουν ψυχοκόρες, τις οποίες φέρνει τάχατε να βοηθούν στις δουλειές τη γυναίκα του. Την παντοδυναμία του Αφεντάκη και της ρετσίνας γκρεμίζει ο γιος του Αντρέας. Αρώματα, γέλια, τραγούδια γάμων και πανηγυριών, ο λάγνος ήχος των φιλημάτων πίσω από τα φυλλώματα, ο συριγμός του μούστου στα βαρέλια ζυμώνονται μέσα του και δημιουργεί τον προσωπικό του οίνο με την ονομασία "Αμπελουργός". Κι όταν μπαίνει στη ζωή του η Κασταλία, η γυναίκα-σελήνη, η γυναίκα-οπτασία, δημιουργεί το δεύτερο κρασί με τ` όνομά της. Ακολουθεί ο "Ίμερος", το κρασί του έρωτα και του πάθους, και τελευταίο το "Ποίημα", το πιο συγκλονιστικό, όπου εμπεριέχεται το όλον της ζωής, έως κι αυτός ο θάνατος και το πέραν απ` αυτόν.