Ας πούμε, προς το παρόν, πως τ` όνομά μου είναι Ουίλιαμ Ουίλσον. Την άσπιλη σελίδα, που είναι απλωμένη μπροστά μου, δεν είναι ανάγκη να τη ρυπάνει το πραγματικό μου όνομα. Αυτό το όνομα έχει γίνει κιόλας, με το παραπάνω, το αντικείμενο της περιφρόνησης, της φρίκης, της απέχθειας των ομοίων μου. Μήπως οι αγαναχτισμένοι άνεμοι δε σκόρπισαν, ως τα πέρατα της γης, την ανήκουστη ατίμωσή του; Ε, απόβλητε των αποβλήτων, μήπως δεν είσαι, μια για πάντα, πεθαμένος για τον κόσμο, για τις χαρές του, για τα λουλούδια του, για τα χρυσά του όνειρα; - κι ένα σύννεφο απέραντο, πυκνό και σκοτεινό, μήπως δεν κρέμεται αιώνια ανάμεσα στους ουρανούς και στις ελπίδες σου; [...]