«Ήμουν εκεί», είπε ο καπετάν Τόντρος στον κυβερνήτη ντ` Αλμπαρέ. «Ήταν Μάιος. Είχαμε εβδομήντα μπρίκια και καταδιώκαμε τούρκικα πλοία, τέσσερις φρεγάτες, τέσσερις κορβέτες που είχαν βρει καταφύγιο στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Ένα σκάφος των 74 βγήκε από το λιμάνι, για να ζητήσει βοήθεια από την Κωνσταντινούπολη. Όμως το καταδιώξαμε με πείσμα, και το ανατινάξαμε με τους εννιακόσιους πενήντα ναύτες του! Ναι! Ήμουν εκεί, εγώ έβαλα φωτιά στο μπουρλότο, γεμάτο πίσσα και θειάφι, που είχαμε δέσει στην καρίνα του!»
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]