Κλιτς-κλατς, κλιτς-κλατς, κλιτς-κλατς... Ο κύριος Σαλίγκαρος Γλιστερός σούφρωνε και τέντωνε βιαστικά το σαλιάρικο κορμί του, αναστενάζοντας και αγκομαχώντας από την αγωνία. `Αχ, δεν θα προκάμω`, σκεφτόταν. `Κρίμα θα είναι να πάει τόση τρεχάλα χαμένη. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά θα μείνω και με την απορία γι` αυτήν την αλλόκοτη πρόσκληση που μου ήρθε στα καλά καθούμενα...`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]