Οι διαλέξεις αυτές έφεραν αρχικά τον τίτλο «Μεταφροϋδικές εξελίξεις της ψυχανάλυσης και η σημασία τους για την αισθητική» και ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι κάθε άλλο παρά ικανοποιημένος αισθανόμουν για τη στειρότητα της συμβολής μεγάλου μέρους της σύγχρονης αριστεράς στις εικαστικές τέχνες. Με ορισμένες μόνο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, η επιλογή που μας προσφέρεται είναι ανάμεσα σ` ένα χονδροειδή λαϊκισμό (του είδους «Τέχνη για ποιόν;») και τον στρουκτουραλισμό ή μια από τις παραφυάδες του. Όλες αυτές οι θέσεις απορρίπτουν ολοκληρωτικά την κατηγορία της αισθητικής ή τη δυσφημούν σαν εκδήλωση ιδεολογίας. Αντί να αποκηρύσσω απλώς τις αισθητικές κρίσεις, κριτήρια και εμπειρία, προσπάθησα να θέσω το ερώτημα μήπως είναι δυνατόν να αρχίσουμε να τα απομυθοποιούμε όλα αυτά και να αποκαλύπτουμε την υλική τους βάση, που βρίσκεται όχι μόνο μέσα στην ιδεολογία αλλά και στις συναισθηματικές δυνατότητες του ανθρώπινου υποκειμένου καθώς επίσης και στις υλικές διαδικασίες στις οποίες το άτομο εμπλέκεται όταν δημιουργεί ένα έργο τέχνης. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]