Ήτανε όμορφος με μάτια ασυνόρευτα
Δεν τον κολάκευε το ποίημα
Στο μοτέλ το ταβάνι ήταν παλιό
Ψηλό
[...]
Τα βράδια ανεβαίνει αργά
Τα σκαλιά
Κυκλώνει την πόρτα
Κόβει λουλούδια
[...]
Το ξημέρωμα ανθάκια
Στολίζουν πνιγμένα
Τη θάλασσα
(από την ενότητα "Ιστορία Ι: Ήταν ένα ποίημα")
Πετιέμαι για λίγο έξω
Διακρίνεται η άδεια θέση
[...]
Μέσα απ` αυτή τη φωτογραφία
Ακούγεται νερό.
Η φωτογραφία κάποτε
Ήταν βαρκούλα κι έπλεε
Σε ταξίδι μακρινό.
[...]
Στη νησίδα της λεωφόρου με μάτια
κλειστά.
Ψιλή βροχή στο ποτάμι στα κτήρια
στα μάτια
[...]
(από την ενότητα "Ιστορία ΙΙ: Ήταν μια φωτογραφία")