Είκοσι λεπτά: πρώτα απ’ όλα ένα ντους. Στη συνέχεια, γυμνή ακόμη, βάφτηκε διακριτικά. Μια φούστα, βεβαίως, μαύρες κάλτσες με ζαρτιέρες. Τα εργαλεία της δουλειάς μου, σκέφτηκε με κυνισμό που της επέτρεπε να κρατά τις αποστάσεις, από τον εαυτό της, σε περίπτωση αποτυχίας. Απ’ το τυφλό πάθος, σε κάθε περίπτωση. Μαύρε κάλτσες πάντως, με ζαρτιέρες, μικρό, λιτό εσώρουχο με δαντέλα. Διάλεξε μια φούστα στενή κατά μήκος, στους γοφούς, που άνοιγε προς τα κάτω. Μια εύθυμη φούστα, που να σηκώνεται εύκολα. Για το τελος, εκλεπτυσμένα σανδάλια, με τακούνι και κορδόνια, που έδιναν αξία στους φινετσάτους αστραγάλους, στις λεπτές, τορνευτές γάμπες, τις απαλά γραμμωμένες. Ήταν έτοιμη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]