Δυο μονόλογοι, θεατρικοί και θανατεροί, αφημένοι καιρό στην ορφάνια τους για το αγκάθι που κρύβουν. Μα τώρα, να, ενώπιον σας, ένα ακάνθινο κουβάρι.
"Ο ιππότης του φθινοπώρου γράφτηκε σ` ένα μελαγχολικό ταξίδι Αθήνα-Θεσσαλονίκη με το τρένο. Είχα μόλις διαβάσει την "Αρρώστια τον θανάτου της Ντιράς" και είχα ακούσει, το προηγούμενο βράδυ, τον Ρίτσο να απαγγέλλει την εξαίαια και ο παραχτική Σονάτα του σεληνόφωτος. Από τη διασταύρωαη των δύο προέκυψε ο Ιππότης- προϊόν δημιουργικού δανείου ή ανερυθρίαστη κλοπής, εσείς, αγαπητοί αναγνώστες, θα το κρίνετε.
Για τη Μαμά μου την Κασσάνδρα δυσκολεύομαι ακόμα να μιλήσω. Ήταν αρχές του 2003. Η μητέρα μου μόλις είχε αυτοκτονήσει, και λίγες εβδομάδες πριν είχα πάει να επισκεφθώ τη συχωρεμένη την Καραπάνου στο σπίτι της-μια συνάντηση που, παρά τη συντομία και την αβρότητα της, με είχε διαλύσει. Κι έτσι, όταν η Λώρη Κέζα μού είχε ζητήσει ένα βιωματικό κείμενο για το τρίτο τεύχος του ανυπέρβλητου να ένα μήλο, κάθισα και σκάρωσα αυτόν τον αρσενικοθήλυκο μονόλογο, που περιέχει όλον μου τον σπαραγμό."