[...] Το δεύτερο και το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου αναφέρονται στο κουρείο και τον κουρέα και τη θέση που είχε το επάγγελμα αυτό στην ελληνική κοινωνία του 19ου και του 20ού αιώνα, αλλά και στη σημερινή. Παρακολουθείται η εξέλιξη του επαγγέλματος, όπως και η εξέλιξη της ανδρικής κόμμωσης και αναζητούνται τα αίτια γι` αυτές τις αλλαγές. Για την τεκμηρίωση του περιεχομένου των κεφαλαίων αυτών παρέθεσα αποσπάσματα από συνεντεύξεις των κουρέων, που έχουν άμεση σχέση με όσα αναφέρονται στα εν λόγω κεφάλαια. Ο λόγος τους χρησιμοποιείται αυτούσιος σε μια προσπάθεια να τοποθετηθούν οι ίδιοι στο προσκήνιο και να δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν οι φωνές τους επωνύμως. Αυτή η προσέγγιση δηλώνει ταυτόχρονα και τον τρόπο κατάκτησης της γνώσης από την πλευρά μου. Σημειώνω ότι για τις ανάγκες του βιβλίου το περιεχόμενο της κάθε συνέντευξης έπρεπε να ταξινομηθεί αναλόγως.
Μέσα στο βιβλίο αναφέρονται ακόμη κουρεία που `βρίσκονται` μέσα σε λογοτεχνικά έργα ή σε θεατρικά ή κινηματογραφικά, καθότι το κουρείο και ο κουρέας, ως στοιχεία της κοινωνίας, έχουν απασχολήσει τους δημιουργούς της Τέχνης στις αστικές κοινωνίες, όπως και στις παραδοσιακές, ήταν στη λαλιά των ανθρώπων, είτε μέσα από παροιμίες και αινίγματα, είτε μέσα από τα τραγούδια του γάμου. Όλα αυτά εξετάζονται στο τέταρτο και πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με το έκτο και τελευταίο κεφάλαιο στο οποίο `μιλούν` οι κουρείς, για την δική του, ο καθένας, ιστορία ζωής. Το κεφάλαιο αυτό περιέχει και ιστορίες παλιών κουρείων, τα οποία υπάρχουν πια μόνο στη μνήμη. Τις ιστορίες αυτές τις αφηγούνται συνταξιούχοι κουρείς και σε ελάχιστες περιπτώσεις απλοί άνθρωποι που έχουν αναμνήσεις από τα κουρεία αυτά. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]