Η βασίλισσα της Ιρλανδίας είχε δυο γιους. . . Η Μεγάλη Βασίλισσα, εκείνη που φορούσε πάντα μια χρυσή πανοπλία, εκείνη που γεννούσε όρθια. . . Το Βασίλειο είναι αδιαίρετο. Όταν πέθανε, οι γαίες που της ανήκαν πέρασαν στην εξουσία του Φερν του βίαιου, την ώρα που ο άλλος βασιλιάς, ο Λούιν Γκορ, έφευγε άνακτας των υδάτων, των ανέμων, των ακτών και των νήσων. . . Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τον Λουίν Γκορ. Η ιστορία του μισοκοιμάται κάπου μες στους τυρφώνες. Ή, ίσως, μέσα σε κάποια ναυαγισμένη καρίνα. Πριν από αμνημόνευτα χρόνια, κάποιος είχε την τρελή ιδέα να επινοήσει ετούτη την ιστορία, για μια βασίλισσα που γεννούσε όρθια, για μια βασίλισσα που είχε δύο γιους. Με τη σειρά μου, υπέκυψα στη γοητεία του περιπλανώμενου βασιλιά, του παρθένου, ξανθού βασιλιά. Ονειρευόμουν ένα μυθιστόρημα που θα μου επέτρεπε να ταξιδεύψω στις κέλτικες θάλασσες, ανάμεσα στην Ιρλανδία και τη Βρετάνη, ένα μύθο που εντός του μπορούσε κανείς να ξαναβρεί τον Μέρλιν, τον Αρθούρο, τα μάγια του δάσους της Μπροσε-λιάνδης, τους δρουίδες της πρωταρχής και τους κτίτορες των καθεδρικών ναών. Ονειρευόμουν τους ιππότες με τη φορεσιά τους από αλάτι και φυλλώματα, χαοτικούς ποταμούς, κάστρα και παρεκκλήσια, σμαραγδένια ξίφη και δισκοπότηρα. `Οπως στον φωτισμένο κόσμο των βρετονικών διηγήσεων, όπως στα όνειρα του Τόλκιν, του Γκρακ και του Μπούρμαν.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]