Τα κοίταζα τα μάτια εκείνα κι αδυνατούσα να αποκρυπτογραφήσω έστω και το ελάχιστο. Ήξερα να διαβάζω τα καστανά, τα μαύρα, ακόμη και τα τόσο δύσκολα γαλανά. Μπορούσα ν` αναταράξω το καστανό χρώμα, να βυθιστώ στο μαύρο, να κολυμπήσω στο γαλανό, μέχρι να βρω μιαν άκρη ν` ακουμπήσω. Όμως αυτά τα παράξενα χάσκι μάτια του Άγγελου, έμενα απλά να τα κοιτάζω. Πίναμε αμίλητοι τον καφέ μας, λες και γνωριζόμαστε χρόνια. «Είναι παράξενο», είπε στο τέλος, «δυο άνθρωποι που δεν γνωρίζονται καν, να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον για ένα τόσο. . . μακάβριο ζήτημα». Άνοιξε ένα συρτάρι κι έβγαλε από μέσα ένα ντοσιέ. «Εδώ έχω τις σημειώσεις», είπε.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]