Ο Στέφανος από καιρό αγαπά τη Νανώ και η Νανώ τον Στέφανο. Είναι ένα καθ` όλα αρμονικό και ευτυχισμένο ζευγάρι, δύο νέοι που δεν χορταίνουν να είναι μαζί, να περπατούν και να συζητούν. Η ιστορία τους θα μπορούσε να είχε τελειώσει εδώ με το «έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», εάν η ανήσυχη Νανώ δεν είχε μια παράξενη έμπνευση και δεν πρότεινε στον αγαπημένο της να κάνουν ένα πείραμα, για να επιβεβαιώσουν τον έρωτά τους. Ο συνετός Στέφανος αρχικά αποδοκιμάζει την ιδέα να εκτεθούν, χάριν απλών εικασιών και αόριστων φόβων, στην αβεβαιότητα και τον πειρασμό. Ωστόσο, με τα πολλά συμφωνεί και από αγάπη δέχεται να παίξει σε ένα παιχνίδι, που παρότι το θεωρεί επικίνδυνο, φαίνεται όμως να μην το παίρνει και πολύ στα σοβαρά. Αφού η πρώτη κίνηση έγινε, το παιχνίδι δεν μπορούσε παρά να αρχίσει. Πώς και από ποιες θέσεις θα παίξουν οι νεαροί εραστές: Θα ενδώσουν στον πειρασμό; Θα προδώσουν; Ποιος και ποιον θα προδώσει; Θα φέρουν εν τέλει σε πέρας το πείραμα;
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]