Πάντα αφύλακτοι με την ατάραγη σιγουριά των ανοχύρωτων.
Εκείνοι πάντα φρουρημένοι με την ταραγμένη ανασφάλεια των οχυρωμένων.
Τι κάνουν οι άλλες λέξεις όταν τελειώνω ένα ποίημα;
Το βάζουν στα πόδια. Ύστερα γυρνάν και με παρακαλούν απαρηγόρητες να τις φορτώσω σ’ ένα ποίημα.
Δύο ζητιάνοι στέκονται έξω από την πόρτα του φτωχού.