Ανερωτικό
Η λάμψη αυτή που με έκαψε
ήταν σπαθιού αντανάκλαση,
η λάσπη αυτή που με έντυσε
ήταν της γης μου οργή.
Ήταν θεού το πρόσωπο
και μέρας ανοιξιάτικης
το σύννεφο που πέρασε
μετά την καταιγίδα.
Κι η μουσική απ` τα χέρια μου
ξεγλίστρησε και σκάλωσε
δυο τόνους χαμηλότερα
από το φως της μέρας.
Μέτρησα κάποια μου κραυγή
και πέρσεψε μια νύχτα,
έσβησα κάποιο μου κερί
και φάνηκε ο ήλιος.
Κι έστησα μέσα μου χορό
με αίμα, νερό και στάχτη
κι απ` όλους μόνο έλλειψε
όποιος βαθιά μου εχάθη...