Αύγουστος του 2011 στην Αθήνα. Μια συνηθισμένη γυναίκα καλείται να αναλάβει μια ασυνήθιστη δουλειά: τη διεύθυνση ενός ιδρύματος που είναι γεμάτο πληγές, στην Αθήνα που περνάει μια απ` τις χειρότερες στιγμές της νεότερης ιστορίας της. Δεν είναι πια μόνο οι άστεγοι και οι ναρκομανείς που έρχονται στην αυλή για το συσσίτιό τους, αλλά και οι `νεόπτωχοι`: άνθρωποι της μεσαίας τάξης που έχουν χάσει τα πάντα, όχι όμως την αξιοπρέπειά τους. Ανάμεσά τους η Νίνα και η Ράινα, παιδιά προσφύγων από το Αφγανιστάν. Γεμίζουν το γραφείο της διευθύντριας με τις ζωγραφιές, την αγάπη και τις ιστορίες τους. Έξω από την αυλή του συσσιτίου η Αθήνα μόλις που κρατιέται στα πόδια της. Μέσα στο ίδρυμα οι ελλείψεις και οι στερήσεις μεγαλώνουν, οι εργαζόμενοι παλεύουν με τον χρόνο, τον καιρό και τις αντοχές τους.
Το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας είναι μια συγκλονιστική μαρτυρία, μια κατάθεση ψυχής από μια συνηθισμένη γυναίκα που βρέθηκε αντιμέτωπη με την κατάρρευση.
Αν η Αθήνα είναι η καρδιά της Ελλάδας, τότε είναι μια καρδιά που ασθενεί βαρύτατα. Πάνω απ` όλα, όμως, είναι μια καρδιά που τολμάει να αγαπάει ενώ όλα γύρω της καταρρέουν.
`Σ` ευχαριστώ που μ` αγαπάς` λέει η μικρή Φάτμα στη διευθύντρια. Κάποιες φορές η αγάπη αρκεί. Για τις άλλες, οφείλουμε να υψώνουμε το ανάστημά μας και να φωνάζουμε για χάρη αυτών που δεν έχουν πια φωνή.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]