Η αναγέννηση των νομικών σπουδών πού σημειώνεται στο Βυζάντιο μετά την ίδρυση του Διδασκαλείου Νόμων, της νομικής σχολής του Κωνσταντίνου Θ` του Μονομάχου (104&) , διακόπτεται απότομα με τη λατινική κατάκτηση (1204) . Η ανάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως (1261) δεν ανακόπτει την παρακμή της επιστήμης του δικαίου: ίσως με κάποια υπερβολή, αλλά χαρακτηριστικά, παρατηρήθηκε ότι μόνη εκδήλωσή της είναι στην περίοδο αυτή η λειτουργία απονομής της δικαιοσύνης. Το νομοθετικό έργο έχει εγκαταλειφθή μέσα στις δυναστικές έριδες, τα οικονομικά προβλήματα, τον διαρκή εξωτερικό κίνδυνο, την έλλειψη συνοχής του κράτους· η έκδοση νεαρών γίνεται περιστατικά για τη ρύθμιση κάποιου εκκλησιαστικού ζητήματος ή τη χορήγηση ενός προνομίου: σπάνια θα βρούμε ανάμεσα στις νεαρές των Παλαιολόγων πού έχουν διασωθή νομοθετήματα πού αναφερόνται: σε θέματα του ουσιαστικού δικαίου. Η διδασκαλία της νομικής επιστήμης είναι προφανώς μόνο πρακτική: η λειτουργία του Διδασκαλείου δεν φαίνεται να επανελήφθη μετά το 1204. Όταν ιδρύεται η `ακαδημία` του Γεωργίου Ακροπολίτη από τον Μιχαήλ Η` Παλαιολόγο και όταν ο Ανδρόνικος Β` Παλαιολόγος αποφασίζη τη σύσταση του `βασιλικού σχολείου` του, του Μουσείου, ή νομική δεν αναφέρεται μεταξύ των σχολών των νέων `πανεπιστημίων` τα σημάδια είναι φανερά: για πρώτη φορά στην πολιτεία των Ρωμαίων το δίκαιο θεωρείται αμελητέος κλάδος. (. . .)