ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ
Πολύ βαθιά μέσα στη νύχτα
Η φωνή μιας γυναίκας
"Έλα" μου ψιθύρισε
"Ποια είσαι;" είπα.
"Έλα" ψιθύρισε και πάλι
κι έκλεισε το τηλέφωνο.
"Πάλι λάθος" είπα
κι έσκυψα στα χαρτιά μου.
ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΧΑΘΟΥΜΕ
Παιδί όταν ήμουν ήρθε στον ύπνο μου Εκείνη
με φίλησε στο στόμα και "Να θυμάσαι" μου είπε
"για να μη χαθούμε".
Χρόνια γύριζα στον κόσμο και ήμουν πάντα εδώ
και κανείς δε με γνώριζε και ήξερα
πως μόνο Εκείνη σα θα συναντηθούμε
Εκείνη μόνο θα με γνωρίσει.
Υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να μη φτάσεις πουθενά
κι άλλοι τόσοι για να χαθείς. Κι εκεί που πήγα να χαθώ
την είδα ξαφνικά να έρχεται σ` εμένα
με όλη της την ομορφιά, χαμογελώντας.
Και "Είσαι Εσύ;" τη ρώτησα.
Και "Είμαι όλες οι γυναίκες που αγάπησες" μου είπε
"μα σαν εμένα καμιά. Κι ας μην υπάρχω".
Και πάλι με φίλησε και "Να θυμάσαι" μου είπε
"εμείς ποτέ δε θα χαθούμε".
ΔΕΝ ΗΜΑΣΤΑΝ ΤΙΓΡΕΙΣ ΚΑΠΟΤΕ
Μια φορά μονάχα σε όλη τη ζωή μας
Σε είδα και με είδες. Κι από τότε ποτέ πια.
Και πέρασαν δεκαπέντε χρόνια. Άγρια χρόνια.
Μα πες μου, Καλή μου, τώρα:
Δεν ένιωθες κι εσύ πως πάντα ήμασταν μαζί;
Αυτά της έγραψε, κι εκείνη του απάντησε:
Μου θύμισες τούτο που είπε
σε μια γυναίκα ο Βούδας:
"Δεν ήμασταν τίγρεις κάποτε μαζί
μέσα στην άγρια ζούγκλα;"
ΟΙ ΤΡΕΙΣ
Αυτός που γράφει το ποίημα
κι εκείνος που θα το διαβάσει
μπορεί να είναι το ίδιο πρόσωπο
με κάποιον άλλο που το ονειρεύτηκε.
Μέσα στο ποίημα βέβαια
έχουν χαθεί κι οι τρεις.