Φυσάει στο Σικάγο και μέσα μου ο Βαρδάρης τα κύματα σηκώνει. Η λίμνη μουρμουρίζει περιπέτειες του γλυκού νερού καθώς αλήτης ο Θερμαϊκός μια βάρκα βασανίζει. Τους προσφιλείς ανέμους μου θα δείτε πως φροντίζω. Εκείνον τον τραχύ και βιαστικό στη Σαμοθράκη τον φωνάζω Β-Ουρρρ, χρόνια δεν συναντιόμαστε, μα ξέρω με θυμάται. Φυσάει στο Σικάγο και φέρνει ο αέρας gospel με μια εξαίσια φωνή. Χορεύει το μετάξι στο πουκάμισο μια γλυκιά θλίψη, ανάλαφρη σαν ξεχασμένη από μιαν άλλη άνοιξη δική μου πεταλούδα. [...]