Τρεις καλόγεροι, ο Χοκ, ο Λοκ κι ο Σο διασχίζουν μια ορεινή χώρα και προσπαθούν να μάθουν τι είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Ο δρόμος θα τους φέρει σ` ένα χωριό, όπου οι κάτοικοί του ζούνε μέσα στο φόβο - έχουν συνέχεια κλειστά τα παραθύρια τους και ολοσκότεινα τα δωμάτιά τους. Κι αυτό γιατί πριν από κάποια χρόνια, κάποιοι τους είχαν επιτεθεί και τους είχαν βασανίσει. Κι από τότε ο καθένας από αυτούς βλέπει με δυσπιστία όχι μόνο τον κάθε ξένο που έρχεται στα μέρη τους, αλλά ακόμα και τον ίδιο τον γείτονά του. Αλλά όταν οι τρεις καλόγεροι μαθαίνουν πώς φτιάχνεται μια πετρόσουπα, τότε οι χωρικοί ανακαλύπτουν πόσα πράγματα ο καθένας τους έχει να προσφέρει στους άλλους, αλλά και πόσα μπορεί να πάρει ως ανταπόδοση. (. . .)
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]