«Δύναμη και βία είναι πράγματα αντίθετα· όταν η μία επικρατεί απόλυτα, η άλλη απουσιάζει». Με αυτή τη φαινομενικά παράδοξη θέση, η Xάννα Άρεντ, μια από τις πιο εξέχουσες μορφές της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, θέτει υπό αμφισβήτηση μια ολόκληρη παράδοση αρχαίων και νεότερων ιδεών (από τον Πλάτωνα ως τον Bέμπερ), σύμφωνα με τις οποίες η πολιτική, ως άσκηση δύναμης, καθορίζεται από τη σχέση άρχοντος και αρχομένου, κυρίαρχου και υπηκόου, και άρα θεμελιώνεται εν τέλει στη βία -εξ ου και το απόφθεγμα του Mάο: `η δύναμη απορρέει από την κάννη ενός όπλου`. Για να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις μεταξύ βίας και δύναμης, πολέμου και πολιτικής, η Άρεντ εξετάζει σε ιστορική προοπτική τις κυρίαρχες θεωρίες περί βίας, εξουσίας και επανάστασης, αντιδιαστέλλοντάς τες προς μια αρχαιότερη, προφιλοσοφική παράδοση, που σημασιοδοτεί την πολιτική ως ελευθερία του λέγειν και του πράττειν. Aναδεικνύει έτσι τον αντιπολιτικό χαρακτήρα της βίας ως εργαλείου στην υπηρεσία των λίγων εναντίον των πολλών, του ενός εναντίον όλων.
Γραμμένο το 1968, με αφορμή τη φοιτητική εξέγερση στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, το κλασικό αυτό δοκίμιο αποδεικνύεται επίκαιρο σε μια εποχή που, διαψεύδοντας την επαγγελία της οικουμενικής ειρήνης και συμφιλίωσης, χαρακτηρίζεται από την αφανή μεταλλαγή των μορφών κυριαρχίας και των τεχνολογιών μαζικής καταστροφής και από την αναζωπύρωση εστιών στρατιωτικής βίας και τρομοκρατίας σε όλο τον πλανήτη.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]