Οι ρίζες των λαϊκών σλοβακικών παραμυθιών χάνονται μέσα στους αιώνες. Οι Σλοβάκοι, λαός αρχαίος, που υπέφεραν από τη στρατιωτική, οικονομική και πολιτιστική βία πολλών κατακτητών, φύλαξαν τα παραμύθια αυτά σαν στολίδια. Τα δούλεψαν, τα πλούτισαν και τα διέδωσαν από στόμα σε στόμα, τόσο σε αντιστοιχία με τη σλαβική παράδοση - μέρος της οποίας είναι η σλοβακική - όσο και σε αντιστοιχία με τις παραδόσεις των άλλων ευρωπαϊκών λαών. Ως τα μέσα του 19ου αιώνα, τα σλοβακικά παραμύθια ήταν αποκλειστική υπόθεση των παραμυθάδων, που δεν είχαν άλλο μέσο να τα διαφυλάξουν από τη μνήμη τους. Τότε εμφανίστηκαν οι πρώτοι διανοούμενοι, που εμπνεόμενοι από τη λατρεία του Ρομαντισμού για οτιδήποτε λαϊκό, ανέλαβαν να απαλλάξουν την εθνική λογοτεχνία τους από την κηδεμονία της τσέχικης γλώσσας. Μέλος αυτής της ομάδας διανοουμένων υπήρξε και ο Πάβολ Ντομπσίνσκυ (1828-1885), ο σημαντικότερος μελετητής των σλοβακικών λαϊκών παραμυθιών, ο «Όμηρος της Σλοβακίας» όπως τον ονόμασε ο συμπατριώτης του συγγραφέας Βλαντιμήρ Μίνατς. Ο Πάβολ Ντομπσίνσκυ, λουθηρανός πάστορας και δάσκαλος, ρίχτηκε με πάθος από πολύ νεαρή ηλικία στη συλλογή, καταγραφή και έκδοση των σλοβακικών παραμυθιών, εμπνεόμενος από τις ιδέες του ποιητή και πολιτικού ηγέτη Λούντοβιτ Στουρ (1825-1856), ο οποίος είχε ήδη επισημάνει την τεράστια σημασία της λαογραφικής έρευνας για την εθνική αφύπνιση των Σλοβάκων. Σήμερα οι Σλοβάκοι δεν σταματούν να μελετούν και να εμπνέονται από τα παραμύθια τους, τόσο για τη νίκη του καλού πάνω στο κακό και την ελπίδα για την επικράτηση της δικαιοσύνης που διδάσκουν όσο και για την ποίηση που κλείνουν μέσα τους.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]