Έκλεισα τα μάτια και άφησα το μυαλό μου να ταξιδέψει στην κλεψύδρα του χρόνου. Διάφορες εικόνες από τη ζωή μου πέρασαν από μπροστά μου σαν σλάιντς. (. . .) Έψαξα στα χρόνια που θα έρχονταν κάποιες ώρες δικές μου. Πουθενά. Μόνο αβεβαιότητα, μοναξιά και συμβιβασμούς. Κάτι υγρό κύλησε στα μάγουλά μου και μ`έκαψε. Σκούπισα τα δάκρυά μου, αλλά αμέσως με τράνταξαν λυγμοί. Δεν υπήρχε λόγος να κρατιέμαι άλλο. Ήμουν μόνη. Όπως πάντα. Μπορούσα να ξεσπάσω όπως και όσο ήθελα. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]