Κάθε φορά που η κ. Αριάδνη Όλιβερ, η διάσημη συγγραφέας, έκανε τον κόπο να τηλεφωνεί στον Ηρακλή Πουαρό για να του ζητήσει να την τιμήσει με μια επίσκεψη, ο τελευταίος δεν μπορούσε να μην αναπολεί μερικά άλλα τέτοια τηλεφωνήματα που συνήθως, μετά απ’ αυτά, βρισκόταν αντιμέτωπος με κάποια σκοτεινή υπόθεση. Έτσι και τώρα θυμόταν εκείνη τη φιλανθρωπική εορτή στο Νάσκομπ, όπου ένα ανόητο παιχνίδι συναναστροφών, γύρω από ένα «ψεύτικο» πτώμα, τον είχε φέρει μπροστά σ’ ένα πτώμα ολότελα αληθινό, ή εκείνο το αλλοπρόσαλλο θηλυκό που ισχυριζόταν ότι είχε σκοτώσει κάποιον, μα που δεν ήταν βέβαιη... Τι τον περίμενε αυτή τη φορά; Η πρόσκληση αυτή αφορούσε αληθινά κάποιο έγκλημα ή μήπως η εκκεντρική φίλη του αντιμετώπιζε κάποιο δίλημμα; Φυσικά, δεν μπορούσε να φανταστεί πως όλα αυτά σχετίζονταν με μια απλή αυτοκτονία, που είχε μάλιστα συμβεί πριν από δώδεκα χρόνια και που η Σκώτλαντ Γυάρντ είχε «κλείσει» οριστικά. Βέβαιος πως η επίσκεψή του δεν επρόκειτο να αναστατώσει τους ήρεμους κύκλους της ζωής του και πως η φίλη του θα φρόντιζε μάλλον να τον διασκεδάσει με κάποια απίθανη εξιστόρηση, απόθεσε το ακουστικό στην υποδοχή του.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]