... Η μαθήτρια ολιγώρησε σκουπίζοντας τα παπούτσια της στο τρίχινο χαλί υποδοχής, ωσάν να επεδίωκε την αναβολή της συνάντησης. Το διαμέρισμα ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου βυθισμένο στο σκοτάδι. Μόνον ένα δωμάτιο, κατά το βάθος δεξιά, φαινόταν να είναι φωτισμένο, μολονότι η ημίκλειστη θύρα δεν άφηνε παρά μόνο μια κατακόρυφη χαραμάδα φωτός να φαιδρύνει τη μηδαμινή ορατότητα. Ωστόσο, καθώς το σκότος της καθίστατο σταδιακά οικείο, διέκρινε - όχι χωρίς να αισθανθεί ένα έντονο ρίγος - δυο μικροσκοπικές λευκές ελλείψεις, που θα έλεγε κανείς ότι ακολουθούσαν την πορεία του βλέμματός της... Ο λαμπτήρας, κρεμάμενος γυμνός πάνω από τα γυαλιά, είχε προφανώς τεθεί εν ενεργεία μέσω ενός διακόπτη που βρισκόταν πίσω από τη μαθήτρια, κρίνοντας από τον ευκρινέστατο ήχο που είχε προηγηθεί της φωτοδότησης. Η εισέτι ανώνυμη κόρη στράφηκε προς την ανοιχτή πλέον εξώθυρα. `Θεέ και Κύριε!`
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]