Στο λιμάνι της Μασσαλίας, το σούπερ τάνκερ Άτλας κόντευε να ξεφορτώσει στη ραφιναρία πετρέλαιο. Μόλις μπομπάρησε τα τελευταία στριπαρίσματα, σαβούρωσε μερικά τάγκια κι έτοιμο να σαλπάρει, περίμενε τον πιλότο. Το πλήρωμα βρέθηκε στο πόστο του, όταν ακούστηκε από τα μεγάφωνα η μεταλλική φωνή του καπετάνιου: Μηχανή stand by, νέτα πλώρα πρίμα, μουβάρουμε. Καλό ταξίδι να `χομε.
Πριν λίγο κυκλοφορούσαν σαν φαντάσματα οι στοιχιωμένες σκιές των μοναχικών δούλων της λαμαρίνας. Τώρα οι σιωπηλοί διάδρομοι γέμισαν γυναικεία χαχανητά. Οι στενές κουκέτες φορτωμένες αγκαλιασμένα κορμιά, τρίζουν και στενάζουν από τη χαρά τους, όχι όπως στο πέλαγος με το μπότζι.