Η μαμά φωνάζει από την κουζίνα: «Μανόλη, εσύ έσπασες το ποτήρι;» «Όχι!» της απαντώ εγώ. «Ποιος το έσπασε;» «Η Βούλα». Η Βούλα έρχεται τρέχοντας στο δωμάτιό μου. Φοράει μόνο μία παντόφλα. «Δεν το έσπασα εγώ, είσαι ένας ψεύτης!» μου λέει. Σε λίγο έρχεται και η μαμά. «Μαμά, ο Μανόλης είπε ψέματα ότι το έσπασα εγώ», παραπονιέται η Βούλα. Από την κουζίνα ακούγεται ένας κρότος. Τρέχουμε όλοι μαζί. Έσπασε ένα βάζο. Το έριξε ο δυνατός αέρας που φυσούσε από το ανοικτό παράθυρο. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]