Η ανάδειξη της φιλανθρωπίας ως αντικειμένου των ιστορικών επιστημών δεν είναι τίποτα άλλο παρά η εξιστόρηση των προσπαθειών για επιβίωση μιας κοινωνίας σε μια δεδομένη χρονική περίοδο. Από την άποψη της ιστορικής προσέγγισης, η μελέτη της φιλανθρωπίας στις μεσαιωνικές κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης δεν αποτελεί παρά συστατικό στοιχείο που διευκολύνει τις ανθρωπολογικού τύπου γενικεύσεις στη μεσαιωνική κοινωνική ιστορία και αποδίδει στην καθαρή οικονομική ιστορία τη θέση που της αναλογεί δίπλα στην πολιτισμική ιστορία και στη μελέτη των νοοτροπιών της περιόδου από τον 11ο έως τον 14ο αιώνα.
Η μελέτη αυτή αποτελεί μια συμβολή στον προβληματισμό σχετικά με τις πραγματικές διαστάσεις των εννοιών της ένδειας και της φιλανθρωπίας, καθώς αναγνωρίζει δύο βασικές αρχές: πρώτα-πρώτα ότι οι τρόποι με τους οποίους θεωρούμε τη φτώχεια είναι πολλαπλά χρήσιμοι για τη χάραξη κοινωνικών πολιτικών και για την ενίσχυση της συνείδησής μας σχετικά με την κοινωνική αλληλεγγύη και δεύτερον ότι, παρόλο που η άσκηση της φιλανθρωπίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα από τα στοιχεία πάνω στα οποία μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων οικοδομεί την κοινωνική εξουσιαστική της ταυτότητα και ασκεί την κυριαρχική της επιρροή, ωστόσο ακόμα και οι εντελώς ατομικές αντιλήψεις για την ευημερία, την ωφελιμότητα και την οικονομική αποδοτικότητα συνιστούν κάθε άλλο παρά αμελητέες μεταβλητές για ορισμένους σύγχρονους οικονομολόγους, προκειμένου να αναδείξουν τον κοινωνικό τους χαρακτήρα και να επαναφέρουν τους ηθικούς κανόνες στην οικονομική πρακτική.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]