Στη γειτονιά, στο Σάουθ Μπεντ της Ιντιάνα, τον Μπίλλυ Μόρροου τον φώναζαν Ντουντς. Η ιστορία του Ντουντς αρχίζει από τότε που οι γονείς του ήρθαν από την Ελλάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες για να δουλέψουν στην αυτοκινητοβιομηχανία Στουντεμπέικερ, όταν ο Σάουθ Μπεντ ήταν γεμάτο εργοστάσια. Και συνεχίζεται με την τζαζ του Γουές Μοντγκόμερυ, με παλιά αυτοκίνητα και με βιβλία για τους Ινδιάνους, τους χρυσοθήρες και τον απέραντο ουρανό της Δύσης. Ο Ντουντς μεγαλώνει δίπλα στον φίλο του τον Τόνυ (. . .) και στον ξάδερφό του τον Τέλη (. . .). Ο Μπίλλυ, ο Τόνυ κι ο Τέλης περιμένουν να συμβεί το μέλλον· κι όταν συμβαίνει, είναι απροετοίμαστοι - ο καθένας με τον τρόπο του· κανείς δεν μπορεί να τους βοηθήσει. Όταν ο Ντουντς γνωρίζει τη Λουτσία, ο κόσμος φωτίζεται· γίνεται ένα μέρος θεσπέσιο: οι δυο τους ταξιδεύουν προς την Καλιφόρνια αναζητώντας τον ήλιο και τον ωκεανό. Αλλά στον δρόμο τους περιμένουν η λύπη, η αρρώστια και ο θάνατος: ένα κακό αστέρι τους ακολουθεί· ο απέραντος, προστατευτικός ουρανός που αναζητεί ο Μπίλλυ Ντουντς Μόρροου απομακρύνεται μαζί με τον ορίζοντα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]