Δες τον. Με πτυχία και πέτρινο μουστάκι.
Σέρνει δυο τρία πεινασμένα κουτσούβελα
Και νιώθει παντελώς αγράμματος
Μπρος στον Παλαιό των Ημερών. Τον Πιστωτή του.
Σπρώχνει ένα κουτάβι στην κοιλιά του.
Μισεί και ντρέπεται και φοβάται. Χάσκει το στόμα του από δύσπνοια.
Δεν προσδοκά καθαρό αέρα.
Όλη του η σκέψη μια μουντζούρα με το δάχτυλο
Πάνω στο όνομα, στην καταγωγή, στα κιλά του.
Σκιαγραφούμενος σ` ένα γραμμάτιο
Περνά κατευθείαν στον Χάρο.
Ούτε κι εκεί δεκτός. Πρέπει πρώτα
Να ζητιανέψει τα ναύλα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]