. . .Πολύ χαρά έδωσες στον καημένο το φούρναρη, που κάθε μέρα αγωνίζεται να βγάλει ψωμί για όλους μας, για πλουσίους και φτωχούς. Την ώρα που οι περισσότεροι άνθρωποι κοιμούνται ή διασκεδάζουν σε νυχτερινά κέντρα και μπαρ, Δημητράκη, ο κυρ-Αποστόλης ξυπνά. Σηκώνεται από τα άγρια χαράματα για να ζυμώσει, ώστε με την ανατολή του ηλίου να μπορούν όλοι να πάρουν ζεστό ψωμάκι (. . .) και να υμνήσουν τον Κύριο για το μεγάλο αυτό δώρο. `Άρτος στηρίζει καρδίαν ανθρώπου`, έλεγε ένας μεγάλος βασιλιάς και προφήτης, ο Δαυίδ. Αυτό να μην το ξεχνάς. Να παρακαλάς τον Χριστούλη μας να έχει καλά τον φούρναρη, έτσι ώστε να μας φροντίζει. Μεγάλο πράγμα το ψωμάκι. Σπουδαίος ο άρτος, όπως λέμε το ψωμί στην Εκκλησία μας. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος άρτος, Δημήτρη, που όχι μόνο μας στηρίζει, αλλά μας κάνει να ζούμε αληθινά και να είμαστε ευτυχισμένοι. Είναι ο Χριστός, ο Άρτος της Ζωής. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]