Ο Κλάιστ γράφει τον "Πρίγκιπά" του το 1809/10. Η ορμή του φαίνεται στις μικρές ασυνέπειες που σπέρνει πίσω του. Το άλογο του πρίγκιπα, μια μαύρο, μια ξανθό (σαν του Αχιλλέα, διαβάζω). Και η σκηνή με την υπνοβασία: πού βρίσκεται ο υπνοβάτης; Στη βελανιδιά των σκηνικών οδηγιών, ή κάτω απ` τα πλατάνια, όπως λέει ο Χοεντσόλερν; Όπου κι αν είναι ο Πρίγκιπας, στον κόσμο του υπάρχουν δάφνες και νυχτοβιολέτες. Και γύρω γύρω η άμμος και οι βάλτοι και οι ρεικότοποι του Βραδεμβούργου. [...]
Ο Κλάιστ το στέλνει στην πριγκίπισσα Μαριάννα της Πρωσίας με μια ωραία αφιέρωση, κι αυτή, η απόγονος του Χόμπουργκ, φρίττει: το έργο σπιλώνει την οικογενειακή τιμή, λέει. Ανάλογη είναι και η γενικότερη υποδοχή. Ένας πρίγκιπας που τρέμει το θάνατο δεν έχει τραγικό μέγεθος, είναι κατάπτυστος. Αλλά μήπως στέκει στο ύψος του και ο εκλέκτορας, που χαριεντίζεται έτσι με τη Ναταλία; (Τους ποιητές που υμνούν τον Κλάιστ και τον "Πρίγκιπά" του, δεν τους ακούει κανείς.) [...]
(από το επίμετρο της μεταφράστριας)