Στο Σαιντ Μαίρη Μηντ, αυτό το ήσυχο και ειρηνικό χωριουδάκι, όπου όλοι τρέφουν ο ένας για τον άλλον, μόνο συμπάθειες και τρυφερά αισθήματα, ο συνταγματάρχης Πρόθερο συγκεντρώνει όλο το μισό και την αντιπάθεια. Ακόμα και ο εφημέριος του χωριού, κάποια Τετάρτη μεσημέρι, παρατήρησε πως όποιος σκότωνε τον συνταγματάρχη, θα έκανε. . . μια θεάρεστη πράξη. Κάτι παρόμοιο θα έλεγε και η Λέτις, η κόρη του συνταγματάρχη. Έτσι, όταν ο εφημέριος βρίσκει τον Πρόθερο νεκρό, ο κύκλος των υπόπτων είναι τόσο ευρύς που θα φέρει σε απόγνωση τον αστυνόμο Σλακ, που κάνει τη διαπίστωση πως ένα σωρό άνθρωποι επιθυμούσαν το θάνατό του. Η μις Μαρπλ, αυτή η αμίμητη γεροντοκόρη, που έχει τη συνήθεια να παρακολουθεί από το ορμητήριό της με ένα ζευγάρι κιάλια τα πουλιά και τους ανθρώπους, μπορεί να είδε ή να ξέρει κάτι, μα σίγουρα κάποια θεωρία θα έχει να `ξεφουρνίσει` που θα φέρει σε πραγματική απόγνωση το δράστη καθώς θα βλέπει να αποκαλύπτεται. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]