Πέρα από τις διαμάχες σχετικά με την κρίση της τέχνης ή το θάνατο της εικόνας που αναπαράγουν την ατέρμονη σκηνή του `τέλους της ουτοπίας`, το κείμενο αυτό θέτει μερικούς από τους όρους κατανόησης του δεσμού που συνδέει την αισθητική με την πολιτική. Προτείνει, προς τον σκοπό αυτό, να επανέλθουμε στην αρχική εγγραφή των καλλιτεχνικών πρακτικών στον καταμερισμό των χρόνων και των χώρων, του ορατού και του μη ορατού, του λόγου και του θορύβου, που ορίζει ταυτόχρονα τον τόπο και το διακύβευμα της πολιτικής. Μπορούμε τότε να διακρίνουμε τα ιστορικά καθεστώτα των τεχνών ως ιδιαίτερες μορφές αυτής της σχέσης και να παραπέμψουμε τις θεωρήσεις σχετικά με το ένδοξο ή μοιραίο πεπρωμένο της `νεωτερικότητας` στην ανάλυση μιας από τις ιδιαίτερες αυτές μορφές. Μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε πώς ένα και το αυτό καθεστώς σκέψης θεμελιώνει την ανακήρυξη της αυτονομίας της τέχνης και την ταύτισή της με μια συλλογική εμπειρία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]