Το 306 μ.Χ. ο νεαρός Κωνσταντίνος ζητά από τον κηδεμόνα του, τον Αύγουστο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Γαλέριο, την άδεια να επισκεφθεί τον ετοιμοθάνατο πατέρα του, τον ισότιμο Αύγουστο Κωνστάντιο, που στρατοπεδεύει στη Βουλώνη. Καθώς φοβάται το ενδεχόμενο πραξικοπήματος, ο Γαλέριος αναβάλλει διαρκώς την αναχώρηση με διάφορες δικαιολογίες. Κάποιο πρωί ωστόσο ενδίδει. Όταν μετανιωμένος θα προστάξει λίγο αργότερα τον Κωνσταντίνο να εμφανιστεί μπροστά του, η φρουρά δεν τον βρίσκει πουθενά. Ο αποφασιστικός προστατευόμενος -δεν είναι ακόμα 20 χρονών- έχει ήδη αναχωρήσει. Ένα απόσπασμα σπεύδει εναντίον του, στον πρώτο όμως σταθμό όλα τα άλογα θα βρεθούν ακρωτηριασμένα με αποκομμένους τους τένοντες των ποδιών τους. Το ίδιο και στον δεύτερο σταθμό. Έτσι, ο Κωνσταντίνος διαφεύγει για να ανακηρυχθεί Αύγουστος στη θέση του πατέρα του. Με τη στρατιωτική και την πολιτική του ιδιοφυΐα, ο καινούργιος «έφηβος αυτοκράτωρ» δεν θα αργήσει να παραγκωνίσει τους ισότιμους ηγεμόνες του βασιλείου του και να επιβληθεί ως ο μοναδικός κυρίαρχος της απέραντης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Όχι ιδιαίτερα μορφωμένος αλλά εξαιρετικά θρήσκος, ο Κωνσταντίνος θα αναλάβει μια μοναδική επιχείρηση, τον εκχριστιανισμό της αυτοκρατορίας του, που αποτελεί συγχρόνως και μια από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις της Ιστορίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]