Η χωρική άποψη της δημιουργίας ενός είδους ή μιας φυλής πρέπει να αναλυθεί σε τρεις διαφορετικές φάσεις, οι οποίες αναφέρονται σε γεωγραφικές περιοχές με μεγάλη μεταξύ τους απόκλιση μεγέθους. Πρώτα δημιουργείται μια ποικιλία σε μια συγκεκριμένη περιοχή, η οποία βρίσκεται στο χώρο που καταλαμβάνουν οι οικογένειες φυλών κοινής προελεύσεως, ή περιβάλλεται από αυτόν. Αν η νέα μορφή αποδειχθεί βιώσιμη, τότε εξαπλώνεται, η νέα δε περιοχή που προκύπτει, είναι ενιαία και μεγαλύτερη από την πρώτη. Η νέα περιοχή περιβάλλεται από συνοριακά ή ακρότατα σημεία και φιλοξενεί μεταβατικές μορφές και διακλαδώσεις. Με τον καιρό, τα σύνορα εξαφανίζονται, επειδή οι μεταβατικές μορφές είτε απορροφώνται, είτε ανάγονται σε αυτόνομες φυλές ή είδη, και έτσι η περιοχή των νέων ειδών έρχεται σε επαφή με αυτήν που κατοικούν οι πιο διαφοροποιημένες μορφές. Οι τελευταίες ίσως υπερβούν τα όρια της πρώτης περιοχής καταλύοντας τη συνοχή τους. Στο τέλος, από την μοναδική, μεγάλη και ενιαία περιοχή απομένουν απλώς μερικοί θύλακες, μερικές νησίδες. Αν παρατηρήσουμε αυτήν την πορεία στο σύνολό της, θα δούμε ότι μια περιορισμένη, στις πρώτες φάσεις, περιοχή ανάπτυξης ακολουθείται κατά σειρά από μια ευρεία, ενιαία περιοχή χωρίς μεταβατικές μορφές και στο τέλος ξανά από περιορισμένες περιοχές υποχώρησης. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι εξετάζουμε διαδικασίες που χρειάζονται χιλιετίες για να ολοκληρωθούν. Η ανάπτυξη νέων μορφών ζωής εξαρτάται σε πολλές περιπτώσεις από μια αλληλουχία χωρικών συρρικνώσεων ή εξαπλώσεων. Νέες ποικιλίες και είδη αποζητούν συχνά στενό χώρο για την απομάκρυνση και διαφοροποίησή τους. Από τη στιγμή όμως που θα αποκτήσουν τα καινούργια τους χαρακτηριστικά θα χρειαστούν ευρύ χώρο, για να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους στις επιμειξίες και τις κλιματικές επιδράσεις.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]