Το μαγαζί του κάθεται, ίδιο παγιδευμένο ζώο: κοιτάζει γύρω του, μήπως του την ανάψουν απ` την πλάτη, κοιτάζει μπροστά, μέσα απ` το σπασμένο παράθυρο, την άκρη του δρόμου. Κάθε αυτοκίνητο που σταματά. Κάθε πελάτη. Μικραίνει τα μάτια του απ` τη μυωπία.
"Η πολλή κάλμα τελευταία δεν βγάζει σε καλό. Η πείρα μού δίδαξε να φυλάγομαι απ` την ησυχία".
Μπαίνοντας τον είδα να συζητάει με κάποιον. Μου φάνηκε της "κόζα". Βγήκαν έξω οι δυο τους. Σε λίγο ο Βάγγος γύρισε μόνος του. [...]