«Ο ΑΝΕΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑΣ»:
-Πατέρα, ο Σταμάτης μας λέει, πως το Δεκαπενταύγουστο είναι τον Αύγουστο, χα.
Ένα μελαχροινό μικρούλι, με κορακάτα μαλλιά και σπιθάτα μαύρα μάτια, σπάζει με το λογάκι του τη συζήτηση της νυχτερινής χαράς. Αντίκρυ, ένας με τα ίδια χαρακτηριστικά άντρας, εξαίρεση το λεπτό στριμμένο μαύρο μουστάκι, του χαμογέλασε γλυκά. Κρατούσε στ` αριστερά δάχτυλα το τσιγαρόχαρτο, πήρε μια πρέζα καπνό και επιδέξια έστριψε το τσιγάρο. Του αποκρίθηκε αργά, κοιτώντας μεγαλόματα το μάλαμα των σπλάχνων του.
-Μμ... τον Αύγουστο είναι.
Κρεμάστηκε στο λαιμό του. Τα μπρατσάκια του τον έσφιγγαν και συνωμοτικά του `σκασε το μυστικό στ` αφτί. Ύστερα σαν από ντροπή έφερε ένα γύρω το βλέμμα και ξαναστράφηκε στον πατέρα όλο για γλυκιά ικεσία, μια απαλοβέλουδη παράκληση.
Εκείνος του έγνεψε, κινώντας πολλές φορές στο ναι το πατρικό τρισαγαπημένο κεφάλι και κάτι έσκυψαν κι ακούμπησαν τα χοντρά χείλη στο ρόδινο μικρουλό αφτάκι.
-Άααα, αντιλάλησε ολόχαρη η φωνούλα του στη σάλα. [...]