ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ έτσι,
ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ μέσα στα χρόνια. Παλεύοντας να ξεκαθαρίσω τι αξίζει τούτο ή εκείνο, που το μισόγραψα στα ενδιάμεσα της καθημερινής δουλειάς, σε στιγμές βαρυεμάρας ή κούρασης. Ή τούτο το άλλο που καρφώθηκε σε κάτι αμφίβολες περιοχές της μνήμης. Πρόχειρα χαρτιά χωρίς καμιά χρονολογία. Τα σκίζω ή όχι; Ότι έχω παραλείψει, από εκείνα που έχω παραλείψει, έρχεται καμιά φορά στο μυαλό, κάποτε με μια παράξενη ενάργεια, π.χ. το πρόσωπο του Γκρέγκορυ Κόρσο στο Σπολέτο, ή το νερό κι οι πέτρες ανάμεσα στα πλατάνια στη γέφυρα Μουργκάνι, ή πάλι στο Σπολέτο το γαλάζιο στα μάτια του Έζρα Πάουντ. Άλλα παραλειπόμενα διεκδικούν σπουδαιότητα που δεν έχουν. Ή τάχα έχουν;
Στο κάτω της γραφής τι σημαίνουν αυτά τα περιθωριακά γραψίματα; Ασκήσεις; Τι είναι εκείνο που κατά καιρούς μ` ερεθίζει ακατάπαυστα, με κυριεύει; Και ύστερα ακόμη μια φορά η αμφιβολία, η τανάλια που σφίγγει τα σπλάχνα.
Μήπως πρόκειται για σκουπίδια συναρμολογημένα, προορισμένα για μια γελοία θεατρική παράσταση; Ή μήπως όλα αυτά είναι μια `συμπληρωματική κατάθεση` μπροστά στο σκοτεινό Εφετείο που δικαιώνονται ίσως τώρα που πλησιάζω στο τέλος του `κύκλου`; [...]