Αν και ο Παρθένης αναδεικνύεται ο κορυφαίος Έλληνας ζωγράφος στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας (1906-1994) κυριαρχεί στο δεύτερο μισό και μάλιστα υπερβαίνει τον Παρθένη κατά το ότι έγινε σχετικά γρήγορα γνωστός και στον διεθνή καλλιτεχνικό χώρο.
Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας μελέτησε από νωρίς τις αναζητήσεις της σύγχρονης με αυτόν τέχνης. Το έργο του, σε όλα τα στάδια της μακράς του δημιουργικής πορείας, δέχτηκε επιρροές απ` όλες τις περιοχές των συγχρόνων του εικαστικών ρευμάτων και ιδίως από τον συνθετικό κυβισμό. Ωστόσο, η ψύχραιμη μελέτη της δουλειάς του δείχνει ότι ο ζωγράφος είχε ανέκαθεν, κιόλας από τα νεανικά του χρόνια, μια σαφή επιδίωξη, ένα "όραμα" που δεν ήταν στενά εικαστικό.
Ο Γκίκας, μαθητής του Παρθένη και του Πικιώνη, φίλος του Ελύτη και του Χατζιδάκι, εμπνέεται κυρίως από το ελληνικό φως, από την ελληνική αρχιτεκτονική, από την ελληνική γη. Μετέχει ενεργά στον διάλογο που ανέπτυξε η λεγόμενη "Γενιά του Τριάντα" γύρω από την ελληνικότητα και τη σχέση μοντερνισμού και παράδοσης. Με κυρίαρχα πλαστικά στοιχεία τη γεωμετρικότητα των κτιστών και γήινων όγκων, την ευέλικτη "καλλιγραφία" του της χλωρίδας, τη "φλεγόμενη" σκιαγράφησή του της ανθρώπινης μορφής και, δίχως ποτέ να οδηγηθεί στην απόλυτη αφαίρεση, ο ζωγράφος αποτύπωσε μια ιδιόμορφη πλευρά της ελληνικότητας, δωρική στο ύφος, στιβαρή στη σχεδίαση, συγκρατημένη στο εύκολο συναίσθημα.
Ανήσυχο πνεύμα, ασχολήθηκε με τη γλυπτική, το ανάγλυφο, την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία. Έγραψε αρκετά βιβλία, αλλά και μετάφρασε τους αγαπημένους του Λιούις Κάρολ και Έντουαρντ Λιρ. Υπήρξε από τους συνιδρυτές του πρωτοπόρου περιοδικού τέχνης και λόγου "Το Τρίτο Μάτι" όπου και εξέθεσε για πρώτη φορά τις αισθητικές του θεωρίες. Ως καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου Αθηνών, αποτέλεσε πόλο έμπνευσης για τους μαθητές του.
Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας απέφυγε τον εύκολο φορμαλισμό αλλά και τον εξίσου εύκολο λαϊκισμό, την περιγραφικότητα που δεν έχει κοινωνικό, με την ουσιαστική έννοια του όρου, αντίκρισμα. Το προσωπικό του ιδίωμα, ένα ελληνικό ύφος απογυμνωμένο από πλαστικά ιδεολογήματα, αποδεικνύεται αρραγές στην πορεία του χρόνου.
Άρης Μαραγκόπουλος