... Ναι, τώρα δε σκεφτόταν τίποτα, δε θυμόταν τίποτα, δε φανταζόταν τίποτα. Σχεδόν. Μονάχα μια λέξη έπλεε στην ήρεμη θάλασσα της συνείδησής του, μισοβουλιαγμένη κι αυτή σαν πτώμα. Ανάληψη. Μια έννοια άσχετη που επέμενε, όμως, να υπάρχει, αυθύπαρκτη, αυτόβουλη πες, μέσα του. Έστριψε κάποια γωνία. Αγόρασε μια τυρόπιτα και συνέχισε. Ανάληψη. Η λέξη επέμενε απειλητική. Έπαιρνε το σχήμα μιας ατέρμονης προοπτικής. «Ανάληψη ευθυνών», ψιθύρισε. Η προοπτική έγινε διάδρομος. «Ανάληψη χρημάτων». Ο διάδρομος τελείωνε σε πόρτα. «Ανάληψη του Χριστού». Η πόρτα άνοιξε. Οδηγούσε στο απέραντο γαλάζιο διάστημα. Ή μάλλον όχι. Το βήμα του κόντυνε. Σχεδόν σταμάτησε. «Η ανάληψη της Μαρίας», είπε, ενώ ήθελε να πει: «Η ανάληψη του Χριστού». Έντρομος, έκλεισε τα βλέφαρά του για μια στιγμή μόνο και τότε την είδε. Χλομή και διάφανη. Κοιμόταν...
Η νουβέλα και τα διηγήματα αναφέρονται σε καταστάσεις λίγο πολύ ασυνήθιστες. Ιστορίες που εξετάζουν την «άλλη πλευρά» των πραγμάτων, τη σκοτεινή και παράξενη ίσως αλλά υπάρχουσα και παρούσα. Διερευνούν περιπτώσεις που υπερβαίνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την τρέχουσα λογική. Με μια ρεαλιστική γραφή, που υπονομεύεται από απροσδόκητο, ο συγγραφέας «Των χειρογράφων του Μανουέλ Σαλίνας» μας εισάγει ανεπαίσθητα στην απειλητική ατμόσφαιρα των κόσμων του.